Γράφει ο Ελευθέριος Κολομτσάς
Η ιδέα ότι το άγχος συνδέεται με καρδιαγγειακές παθήσεις είναι παλιά και διαδεδομένη: από την πίεση που εκτοξεύεται στα ύψη σε μια διένεξη και το λιποθυμικό επεισόδιο που είχαν πρόχειρο οι σταρ του παλιού ελληνικού σινεμά σε κάθε σύγχυση, μέχρι τα εμφράγματα που αποδίδονται σε μεγάλα άγχη και στενοχώριες, η αντίληψη ότι η καρδιά μας επηρεάζεται από το στρες είναι καλά ριζωμένη στο μυαλό μας. Και όχι αδίκως. Πράγματι, οι ιατρικές έρευνες αποδεικνύουν αλληλεπιδράσεις ανάμεσα στο ψυχολογικό φορτίο και σε μια ποικιλία καρδιαγγειακών συμβάντων.
Οξύ στρες και χρόνιο άγχος
Η έρευνα διακρίνει ανάμεσα σε δυο είδη ψυχοκοινωνικού στρες:
Α. Οξύ στρες: πρόκειται για έντονο στρες που προκαλείται αναπάντεχα από κάποιο γεγονός, όπως ένας σεισμός, μια φυσική καταστροφή, ένα αυτοκινητιστικό δυστύχημα ή και ένας καυγάς. Συνήθως, ως παράγοντας πρόκλησης οξέος άγχους θεωρείται αυτός που έχει διάρκεια μικρότερη της εβδομάδας.
Β. Χρόνιο στρες: είναι αυτό που αποκαλούμε συνήθως “άγχος” και οφείλεται στην ψυχολογική πίεση που μας ασκούν μακροχρόνιες καταστάσεις, όπως η εργασιακή πίεση, προβλήματα στο γάμο, ο κοινωνικός αποκλεισμός, η ευθύνη φροντίδας ενός άρρωστου αγαπημένου προσώπου κλπ. Η σύγχρονη έρευνα δε, στρέφεται όλο και περισσότερο προς τη μελέτη των επιδράσεων που έχει το συσσωρευόμενο άγχος που προκύπτει από πολλά μικρά καθημερινά προβλήματα (microstressors).
Δεν είναι εύκολο να κατατάσσουμε πάντα το στρες σε ένα από τα παραπανω είδη, καθώς το ένα μπορεί να οδηγεί στο άλλο: ένας σεισμός που μας εμποδίζει να κοιμηθούμε το βράδυ αποτελεί ένα οξύ επεισόδιο, αλλά αν ο σεισμός αυτός μας καταστρέψει το σπίτι, τότε προφανώς οδηγεί σε χρόνιο άγχος. Κατ´αναλογία, μια κατάσταση που μας προκαλεί χρόνιο άγχος μπορεί να παρουσιάσει μια ξαφνική επιδείνωση που να αυξήσει κατακόρυφα το στρες σε επίπεδα οξέος επεισοδίου.
Θα δούμε παρακάτω με τι είδους ενοχλήσεις και παθήσεις συνδέεται κάθε τύπος ψυχοκοινωνικού στρες. Αξίζει πάντως να επισημάνουμε ότι είναι συχνά δύσκολο να απομονώσουμε το ρόλο του άγχους στην υγεία της καρδιάς, καθώς αυτό, ως ψυχολογικός παράγοντας, μπορεί να μας οδηγεί σε συμπεριφορές και ψυχολογικές παθήσεις όπως το κάπνισμα, η παχυσαρκία και η κατάθλιψη, που προκαλούν εκείνες μεγάλη ζημιά στην καρδιαγγειακή υγεία. Όπως θα δούμε, η αλληλεπίδραση του άγχους με άλλους παράγοντες σημαίνει πως η αντιμετώπισή του θα πρέπει να συνοδεύεται και από αλλαγές σε όλες αυτές τις επιζήμιες συμπεριφορές.
Οξύ στρες και καρδιά
Η έρευνα έχει μελετήσει ως καταστάσεις που προκαλούν οξύ στρες κυρίως τους σεισμούς, τον έντονο θυμό, και κάποιες εργαστηριακά κατασκευασμένες καταστάσεις.
Ερευνητικά, οι σεισμοί αποτελούν ένα καλό παράδειγμα οξέος στρες προς μελέτη, επειδή συναντώνται σε όλο τον πλανήτη και κατά συνέπεια τα συμπεράσματα διασταυρώνονται σε ποικίλους πληθυσμούς. Βασικό τους χαρακτηριστικό είναι ότι μας εκθέτουν σε στρες χωρίς προειδοποίηση, και συνεχίζουν να μας αγχώνουν για κάποιο σχετικά μικρό διάστημα, για παράδειγμα όσο υπάρχει μετασεισμική ακολουθία, όσο μας δημιουργούν πρακτικά προβληματα όπως η διακοπή επικοινωνίας και συγκοινωνίας ή μέχρι να συγκεντρώσουμε την οικογένεια μας δίπλα μας. Βεβαίως η κατάσταση επιδεινώνεται σε έναν καταστροφικό σεισμό, οπότε το επίπεδο στρες αφενός εκτινάσσεται, αφετέρου μπορεί να μετατραπεί σε χρόνιο. Με παρόμοιο τρόπο εικάζεται πως λειτουργούν και άλλες φυσικές καταστροφές.
Διεθνώς έχει διαπιστωθεί ότι ο καρδιαγγειακός κίνδυνος αυξάνεται αμέσως μετά από έναν σεισμό. Η απότομη αύξηση της αρτηριακής πίεσης σε συνδυασμό με τη διέγερση του συμπαθητικού, τη σχετική αδρανοποίηση του παρασυμπαθητικού και την εμφάνιση δυσλειτουργίας του ενδοθηλίου, μπορεί να οδηγήσει σε ισχαιμία του μυοκαρδίου, έμφραγμα ή και αιφνίδιο καρδιακό θάνατο. Ιδιαίτερα κινδυνεύουν όσοι πάσχουν από καρδιακή ανεπάρκεια ή βρίσκονται ένα στάδιο πριν από αυτή. Επίσης έχει παρατηρηθεί ότι μετά από έναν σεισμό η νυχτερινή αρτηριακή πίεση δεν υποχωρεί όπως θα έπρεπε, ενώ αυξάνεται η γλοιότητα του αίματος, διεγείρεται ο μηχανισμός θρόμβωσης και αυξάνεται ο αιματοκρίτης, αυξάνοντας έτσι τον κίνδυνο κυρίως για όσους πάσχουν από αθηροσκλήρωση. Η εμφάνιση αρρυθμιών και κολπικής μαρμαρυγή είναι επίσης συχνό φαινόμενο στους ήδη πάσχοντες.
Οξύ στρες μπορεί να αισθανθούμε και σε καθημερινή βάση, σε καταστάσεις που μας προκαλούν έντονο θυμό όπως ένα τρακάρισμα, μια λογομαχία με την έφηβη κόρη μας, μια έντονη διαφωνία με κάποιον συνάδελφο. Η έρευνα έχει δείξει ότι ο έντονος θυμός μπορεί να προκαλέσει παρόμοιο αυξημένο καρδιακό κίνδυνο με το σεισμό στους άνδρες πάσχοντες από ισχαιμία.
Ενώ λοιπόν είναι εξαιρετικά σπάνιο ένα ξαφνικό περιστατικό υψηλού στρες να προκαλέσει καρδιαγγειακό πρόβλημα σε ένα υγιές άτομο, αντίθετα ο κίνδυνος είναι μεγάλος για όσους ήδη πάσχουν από καρδιακή ανεπάρκεια, δυσλειτουργία του ενδοθηλίου, καρδιακή δυσλειτουργία ή αθηροσκλήρωση.
Επομένως οι πάσχοντες από κάποιο καρδιαγγειακό νόσημα θα πρέπει να αποφεύγουν να εκτίθενται σε ψυχολογικό στρες όποτε αυτό είναι δυνατό – για παράδειγμα πρέπει να αποφεύγουν τις αψιμαχίες. Μετά από ένα έκτακτο συμβάν που προκαλεί έντονο, οξύ άγχος, θα πρέπει να είναι σε εγρήγορση για την εμφάνιση συμπτωμάτων, να προσπαθήσουν να ηρεμήσουν και να φροντίσουν για την αδιάλειπτη λήψη της φαρμακευτικής τους αγωγής ή και για τη λήψη κάποιας έκτακτης δόσης εφόσον υπάρχει τέτοια οδηγία του θεράποντος ιατρού (beta blockers, βενζοδιαζεπίνες, μαγνήσιο).
Χρόνιο άγχος
Η μελέτη του χρόνιου άγχους δείχνει ότι αυτό μπορεί τόσο να επιδεινώσει μια υφιστάμενη καρδιαγγειακή πάθηση, όσο και να δημιουργήσει τις συνθήκες ανάπτυξης μιας πάθησης σε ένα ως τώρα υγιές άτομο. Επίσης, η μελέτη αποδεικνύει πως σε κάθε φύλο διαφορετικοί στρεσογόνοι παράγοντες έχουν διαφορετική επίδραση, ίσως λόγω κοινωνικών παραγόντων που αποδίδουν σε άνδρες και γυναίκες διαφορετικούς ρόλους και διαφορετικές προτεραιότητες.
Το χρόνιο εργασιακό άγχος καθιστά τους άνδρες επιρρεπείς σε γενικότερο άγχος και καρδιαγγειακές παθήσεις, ενώ το άγχος εντός του γάμου έχει αποδειχθεί το πιο επικίνδυνο για τις γυναίκες. Το άγχος από τη φροντίδα ενός αγαπημένου προσώπου που ασθενεί καταρρακώνει καρδιαγγειακά τόσο άνδρες όσο και γυναίκες.
Μια από τις πιο συνηθισμένες επιπτώσεις του χρόνιου άγχους είναι η αύξηση της αρτηριακής πίεσης, και μάλιστα σε μόνιμη βάση, ακόμη κι όταν η πηγή του άγχους σταματήσει να υφίσταται. Επίσης, γενικά έχει διαπιστωθεί ότι το χρόνιο άγχος υπερδιπλασιάζει τον κίνδυνο εμφράγματος του μυοκαρδίου.
Ένα από τα πιο μελετημένα είδη χρόνιου άγχους είναι το εργασιακό άγχος, δηλαδή το άγχος που προκύπτει α) από απαιτητική εργασία επί της οποίας ο εργαζόμενος δεν έχει δυνατότητα ελέγχου/αποφάσεων και β) από την ανισορροπία ανάμεσα στην προσπάθεια που καταβάλει ο εργαζόμενος και τις απολαβές από την εργασία του. Έρευνες έχουν συνδέσει αυξημένη εμφάνιση εμφράγματος του μυοκαρδίου όπως και αυξημένη εμφάνιση στεφανιαίας νόσου κυρίως στους άνδρες που υφίστανται εργασιακό άγχος. Τον υψηλότερο κίνδυνο μάλιστα υφίστανται οι πλέον φιλόδοξοι, ανταγωνιστικοί και εργασιομανείς άνδρες όταν εργάζονται σε περιβάλλοντα με φτωχές προοπτικές προαγωγής και “βαλτωμένες” δυνατότητες σταδιοδρομίας. Η έως τώρα έρευνα υποδεικνύει πως ο κίνδυνος προκύπτει επειδή η αύξηση της αρτηριακής πίεσης δεν συνοδεύεται από αντισταθμιστική προσαρμογή της καρδιακής συχνότητας. Επίσης φαίνεται πως ο οργανισμός “μαθαίνει” να υπεραντιδρά σε κάθε στρεσογόνο παράγοντα, ακόμη κι όταν αυτός προκύψει εκτός εργασίας.
Μια δεύτερη πηγή χρόνιου άγχους είναι οι κακές συνθήκες στο γάμο ή και η διάλυσή του. Για τους άνδρες ο συνδυασμός εργασιακού άγχους και άγχους στο γάμο είναι ακόμη ιδιαίτερα επιβαρυντικός και αυξάνει τον κίνδυνο καρδιακής θνητότητας. Στις γυναίκες, το εργασιακό στρες δεν φαίνεται να επιδεινώνει τον κίνδυνο στεφανιαίας νόσου, όμως το άγχος εντός του γάμου ή από τη διάλυση του γάμου ευθύνεται ακόμη και για τον τριπλασιασμό των επαναλαμβανόμενων επεισοδίων στεφανιαίας νόσου.
Μια επίσης σημαντική και μελετημένη πηγή χρόνιου άγχους είναι η μακροχρόνια φροντίδα ενός αγαπημένου προσώπου με χρόνια πάθηση. Στις μεγαλύτερες ηλικίες, μια συνήθης στρεσογόνα περίπτωση είναι η φροντίδα του/της συζύγου που πάσχει από γεροντική άνοια. Η μη αναστρέψιμη φθίνουσα πορεία του ασθενούς είναι εξαιρετικά επιβαρυντική για εκείνον που τον φροντίζει. Έρευνα 4 ετών σε 800 άτομα εκ των οποίων οι μισοί ήταν φροντιστές συγγενών τους έδειξε 63% υψηλότερη θνητότητα στην ομάδα των φροντιστών, ειδικά δε σε όσους έπασχαν ήδη από καρδιαγγειακή νόσο. Άλλες μελέτες έχουν δείξει ότι οι φροντιστές αναπτύσσουν συστηματικά υπέρταση, έχουν αυξημένους παράγοντες πηκτικότητας, κακή ποιότητα ύπνου και αυξημένα επίπεδα φλεγμονής λόγω αυξημένης παρουσίας κυτοκινών στο πλάσμα τους.
Αποδεικνύεται επομένως πως το χρόνιο άγχος δημιουργεί σημαντικές συνθήκες επιδείνωσης μιας υφιστάμενης καρδιαγγειακής νόσου, παρόλο που οι ασθενείς σήμερα λαμβάνουν πολύ καλές θεραπείες για τους παραδοσιακούς καρδιαγγειακούς παράγοντες κινδύνους. Αντίστοιχα, δημιουργεί και συντηρεί ένα περιβάλλον ευνοϊκό για την ανάπτυξη παθήσεων σε υγιή άτομα. Επιπλέον, ενισχύει και “συγκεντρώνει” πολλές επικίνδυνες συμπεριφορές, όπως είναι το κάπνισμα και η φυσική αδράνεια, αυξάνοντας τον καρδιαγγειακό κίνδυνο, και αποτρέπει τη διακοπή τους – είναι πολύ δυσκολότερο για ένα πολύ αγχωμένο άτομο να διακόψει το κάπνισμα ή να βελτιώσει τη διατροφή του.
Η επίδραση του άγχους στην καρδιαγγειακή υγεία φαίνεται πως είναι συγκρίσιμη ή και πιο επιβαρυντική από την επίδραση της υψηλής χοληστερίνης!
Υποφέρω από χρόνιο άγχος, πώς να προστατευθώ;
Το χρόνιο άγχος αποτελεί λοιπόν σίγουρα έναν παράγοντα κινδύνου που αξίζει να προσπαθήσουμε να ελέγξουμε. Οι νεότερες μελέτες δείχνουν ότι προγράμματα ελέγχου του άγχους βελτιώνουν την ενδοθηλιακή λειτουργία και τα επίπεδα αρτηριακής πίεσης, βελτιώνοντας έτσι και τους δείκτες καρδιαγγειακού κινδύνου.
Ωστόσο, απέναντι σε πολύ δυσάρεστες καταστάσεις που χρονίζουν, είναι πιθανό να μην καταφέρνουμε επιτυχώς να περιορίσουμε το άγχος μας. Όσοι υφίστανται χρόνιο άγχος χωρίς να μπορούν να το μειώσουν άμεσα, θα πρέπει να ελέγξουν άλλες συνήθειες και συμπεριφορές που μπορούν να αντισταθμίσουν τη βλάβη που προκαλεί το άγχος:
- να διακόψουν το κάπνισμα και να μετριάσουν την κατανάλωση αλκοόλ.
- να περιορίσουν τα λιπαρά στη διατροφή τους, να καταναλώνουν φρούτα και λαχανικά πλούσια σε κάλιο και να προσθέσουν άσκηση στην καθημερινή τους ρουτίνα. Ίσως δε οι αλλαγές αυτές να συμβάλλουν τελικά στον περιορισμό του άγχους που αισθάνονται.
- να προσθέσουν ω3 στη διατροφή τους, για να υποστηρίξουν την ενδοθηλιακή λειτουργία.
- να λαμβάνουν συστηματικά μαγνήσιο, ειδικά σε περιόδους μεγάλου άγχους.
- εάν πάσχουν από άλλες ασθένειες που συνδέονται με καρδιαγγειακές παθήσεις, όπως ο διαβήτης, θα πρέπει να μην παραμελούν την αγωγή τους και κάθε δυνατό προληπτικό μέτρο.
ΠΗΓΕΣ
- Dimsdale J.E.: Psychological Stress and Cardiovascular Disease. J Am Coll Cardiol. 2008 Apr 1; 51(13): 1237–1246.
- Vale S.: Psychosocial stress and cardiovascular diseases. Postgrad Med J. 2005 Jul; 81(957): 429–435.
- Kamarck T.: Psychosocial stress and cardiovascular disease: An exposure science perspective. Psychological Science Agenda | April 2012
- Bairey Merz CN, Dwyer J. Nordstrom CK, Walton KG, Salerno JW, Schneider RH: Psychosocial Stress and Cardiovascular Disease: Pathophysiological Links. Med. 2002 Winter; 27(4): 141–147.